ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ 2020

ΕΝΑΣ  ΣΚΕΠΤΙΚΟΣ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ -  ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ  ΚΙ ΕΝΑ ΚΑΛΩΣΟΡΙΣΜΑ  ΜΕ ΕΛΠΙΔΑ ΚΑΙ ΛΑΧΤΑΡΑ  ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΑΣ!!
=================================================


 

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ !!!!!!!

ΟΣΟΙ ΔΙΑΘΕΣΕΤΕ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΣΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΜΟΥ, ΜΕΡΙΚΟΙ ΘΑ ΜΑΘΕΤΕ – ΓΝΩΡΙΣΕΤΕ ΚΑΤΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ, ΚΑΠΟΙΟΙ ΙΣΩΣ ΘΥΜΗΘΕΙΤΕ – ΝΟΣΤΑΛΓΗΣΕΤΕ – ΧΑΜΟΓΕΛΑΣΕΤΕ ή ΘΑ ΣΥΓΚΡΙΝΕΤΑΙ ΤΟ ΤΟΤΕ ΜΕ ΤΟ ΤΩΡΑ, ΟΛΟΙ ΟΜΩΣ ΘΑ ΤΑΞΙΔΕΨΕΤΕ ΝΟΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΙΣΩΣ ΞΑΝΑΖΗΣΕΤΕ ΤΗΝ ΔΙΚΗ ΣΑΣ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΥ - ΑΞΕΧΑΣΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ ΣΑΣ!!!!!!!!!!

Ήταν σε εκείνα τα χρόνια του μεγάλου αγώνα της ζωής των ανθρώπων της γης στην επαρχία, που χωρίς πολλές ευκολίες και μέσα προσπαθούσαν να ζήσουν, να εργασθούν και να χαρούν με τα απλά και τα λίγα……..
Βρισκόμασταν περί το τέλος του Αυγούστου, όταν η γιαγιά μου η Σαββή ( Ελισάβετ) είπε στην μάνα μου :
_ << Χαρικλή (Χαρίκλεια), με βρήκε ο μπάρμπα Θωμάς που γύρισε από τον Βάλτο χθες και μου είπε ότι τα καλαμπόκια μας είναι έτοιμα, έγιναν και να βιαστούμε να τα μαζέψουμε. Γιατί φέτος έμεινε μόνο μια μηχανή σε όλον τον κάμπο να λιανίσει τις καλαμιές των καλαμποκιών, για να μπουν μέσα τα κοπάδια να βοσκίσουν. Πρέπει να μην μας μείνουν στο χωράφι οι κορμοί από τις καλαμποκιές < τα μπασιάκια >, τα σκληρά κοτσάνια και τα φύλλα για να μπορέσουμε να ξανά σπείρουμε το χωράφι μας το φθινόπωρο!!........
Κάθε χρόνο μετά την συγκομιδή του καρπού των καλαμποκιών, τις ρόκες ( γκουργκούχτες ), που η συλλογή τους γινόταν τότε μόνο με τα χέρια, δεν υπήρχαν οι θεριζοαλωνιστικές μηχανές καλαμποκιών, ίσως κάποια υποτυπώδης να ήταν μόνον στον κάμπο της Θεσσαλίας. Εμείς είχαμε το κτήμα μας στην πρώτη διανομή της αποξηραθείσης λίμνης των Γιαννιτσών της Μακεδονίας, τον περίφημο <<ΒΑΛΤΟ>>, εκείνον που περιέγραφε η Πηνελόπη Δέλτα στα < Μυστικά του Βάλτου> και στο κομμάτι δικαιούχων της κοινότητας Κούκλαινας (Τριλόφου), το χωριό των παππούδων μου κοντά στην Βέροια. Σ΄ αυτή την αχανή, εύφορη, αποδοτική έκταση γης - πεδιάδας που είχε δημιουργηθεί από την αποξήρανση της μεγάλης λίμνης, είχαν διανεμηθεί αγροτεμάχια μεγάλα στους κατοίκους - αγρότες των Νομών Πέλλας - Ημαθίας , οργανωμένα κατά περιοχές κοινοτήτων !!…….
_<< Μάνα έχουμε τα μικρά κι ο Νίκος ( ο πατέρας μου ) έχει το μαγαζί, ποιος θα κοιτάξει τα παιδιά ??? >>…
_ << Χαρικλή δεν έχουμε χρόνο σου λέω κι εργάτες δεν υπάρχουν, τους έχουν πάρει άλλοι νοικοκυραίοι που ήδη άρχισαν μαζεύουν τα καλαμπόκια τους, τσαπίζουν τις βαμβακιές, και τα καπνά. Πρέπει να τα μαζέψουμε, να μας τα φέρουν στο σπίτι, να τα ξεσπυρίσουμε και να τα στεγνώσουμε. Εάν ζούσε ο πατέρας σου θα ήταν διαφορετικά!! >>……………
Η γιαγιά μου μια ψιλή, όμορφη, λεπτή αλλά γεροδεμένη γυναίκα, με ισχυρό χαρακτήρα, δουλευτάρα, καταπιεστική όμως με την μάνα μου την τρυφερή κι ευαίσθητη, δεν σήκωνε κουβέντα σε ότι έλεγε. Όμως, όλα της τα δικαιολογούσαμε γιατί έχασε τα παλικάρια της στον πόλεμο και μετά στον εμφύλιο, εκείνον τον καταραμένο πόλεμο, της σκότωσαν οι αντάρτες τον πρωτότοκο και τον μόνο εναπομείναντα από τα άλλα αγόρια της, τον Βασίλη, το στήριγμα τους και τους απέμεινε το στερνοπούλι τους, η μοναδική κόρη τους, η μητέρα μου. Από τότε ο παππούς άρχισε να πίνει πολύ τσίπουρο και έφυγε με αυτόν τον καημό του πριν δύο χρόνια, ενώ η γιαγιά δεν ξανάβγαλε τα μαύρα ποτέ!!!!....
Εγώ αν και πολύ μικρούλα, από τότε της πήγαινα κόντρα, όπως τα όμοια που < απωθούνται > και δεν την φοβόμουνα, αλλά την αγαπούσα για τις ιστορίες που μας έλεγε τα βράδια και τα μεσημέρια του καλοκαιριού για να κοιμηθούμε, αλλά και μας προστάτευε από τις ξυλιές της θυμωμένης μάνας μας λόγω των αταξιών μας !!
Μάζεψαν λοιπόν κι οι δυό τους, όλα τα απαραίτητα πράγματα για την διαμονή μας στον Βάλτο, ήρθε κι ο αγαπημένος μας μπάρμπας Θωμάς και τα φόρτωσε στην <<ΜΑΡΙΚΑ>> το γαϊδουράκι του κι έφυγε πιο μπροστά να πάει στο χωράφι, για να ετοιμάσει και την καλύβα που θα μέναμε, όταν θα πηγαίναμε όλοι εμείς την μεθεπομένη!! Η μάνα ζύμωσε τα ψωμιά που θα παίρναμε μαζί μας, μαγείρεψε και η γιαγιά μερικά φαγητά για τις πρώτες ημέρες της παραμονής μας.
Με τις τσάντες στα χέρια μας εμείς τα παιδιά με τα ρουχαλάκια μας και με τις προμήθειες η γιαγιά και η μαμά μας πήραμε πρωί – πρωί το πρώτο λεωφορείο για Θεσσαλονίκη και μετά το χωριό Σταυρός, κατεβήκαμε στην διασταύρωση του <<66>> για Γιαννιτσά, που ο δρόμος του περνά έξω από το κανάλι του Βάλτου. Μετά από πεζοπορία αρκετής ώρας, φτάσαμε στο μεγάλο κανάλι, το όριο που άρχιζε ο Βάλτος. Προσπεράσαμε την πρώτη καντίνα στην στροφή του δρόμου, μια πρόχειρη κατασκευή που πουλούσαν εκεί διάφορα είδη και τρόφιμα για τους εργαζόμενους αγρότες του καλοκαιριού, που διέμεναν στην περιοχή στα κτήματά τους . Διασχίσαμε την τσιμεντογέφυρα του καναλιού και προχωρήσαμε στα κτήματα του Βάλτου. Ευτυχώς το δικό μας ήταν σχετικά κοντά με το κανάλι στα 500 μέτρα και βρεθήκαμε μπροστά στην καλύβα από καλαμποκιές που μας ετοίμασε ο μπαρμα Θωμάς μας!! Στα παιδικά μας μάτια αυτή φάνταξε σαν κάστρο, κάτι εξαιρετικό, μοναδικό, υπέροχο. Η γιαγιά μου αμέσως πήρε το δρεπάνι και μάζεψε φύλλα καλαμποκιών και τα έστρωσε σε όλη την καλύβα, σε στρώμα στο έδαφος της. Έπειτα η μάνα, έστρωσε στις πλευρές της καλύβας μας στρωσίδια για τον ύπνο και τακτοποίησε όλα τα πράγματά μας και τα τρόφιμα!! Η γιαγιά έστησε έξω από την καλύβα την πυρωσιά για το μαγείρεμα, αλλά και για να έχουμε φωτιά και ζέστη την νύχτα που έκανε κρύο, άσχετα που ήταν καλοκαίρι, αλλά και για προστασία από τα αγρίμια. Ο μπάρμπα Θωμάς έκανε με τις καλαμποκαλαμιές μια πρόχειρη περίφραξη για το γαϊδουράκι την Μαρίκα, για την προφύλαξη και τον περιορισμό της, αλλά ετοίμασε δίπλα της και το δικό του <γιατάκι> - κρεβάτι!!
Το βράδυ καθισμένοι όλοι μας γύρω από την φωτιά, ο μπάρμπας μας έλεγε ιστορίες και μας έδειξε με το χέρι του προς τα κάτω στο κανάλι! Μας είπε με περηφάνια πως εκεί δίπλα σε αυτό στο ανάχωμα, βρήκε μια αλεποφωλιά με μικρά. Αυτή ήταν σε μια τρύπα, κάτω από τις τεράστιες - πανύψηλες λεύκες. Πάνω σε αυτές εκεί ψηλά είχαν τις φωλιές τους ζευγάρια πελαργών, ενώ στο νερό του καναλιού τα ψάρια, οι πέστροφες πηδούσαν ψηλά στο νερό κι άρπαζαν τα έντομα!!! _ << Να εκεί πιο κάτω από τις λεύκες είναι και η βρύση με την κουπάνα - την ποτίστρα των ζώων, που θα πηγαίνετε την Μαρίκα να πίνει νερό κάθε μέρα κι από εκεί θα μας φέρνετε δροσερό νερό με τα γκιούμια ( ορειχάλκινα δοχεία) κρεμώντας τα με τα σχοινιά στο σαμάρι >> ….. Κάθε του λέξη καταγράφονταν τόσο ευχάριστα στο παιδικό μας μυαλό, που δεν το ξεχνούσαμε όσο κι αν προχωρούσε η νύχτα η μαγική, δίπλα στην πυρωσιά της φωτιάς. Ακούγονταν ιαχές - ουρλιαχτά από τα αγρίμια μέσα στα χωράφια και εμείς τα μικρά τρομαγμένα κουλουριαζόμασταν όλα μαζί. Όμως ο μπάρμπα Θωμάς με τον τρόπο του μας καθησύχαζε, λέγοντά μας ότι δεν θα πλησιάσουν ούτε οι λύκοι, ούτε τα τσακάλια επειδή είχαμε την φωτιά, να μην φοβόμαστε είναι αυτός και μας προστάτευε με την μαγκούρα του!!!.............
Στην πρώτη μας νύχτα είχαμε κάποια θέματα με τον ύπνο μας, από την μια μεριά του ότι, κοιμόμασταν πάνω σε στρώμα από φύλλα, κορμούς καλαμποκιών και το κορμάκι μας έβρισκε στους ξυλώδεις κόμπους τους, πολύ δυσάρεστη αίσθηση και δυσφορία, γιατί όπως και να γυρνούσαμε το ίδιο άβολα αισθανόμασταν. Από την άλλη πάλι, δεν μας έφυγε ο φόβος από τις φωνές των άγριων ζώων που μαζί με τα κραξίματα από τα νυχτοπούλια δημιουργούσαν τρομακτικούς ήχους . Ο άνεμος περνούσε μέσα στις καλαμιές και έκανε έναν πρωτόγνωρο ήχο οξύ διερχόμενος μέσα από τα σκληρά φύλλα των καλαμποκιών, που για τα αυτιά μας όλα αυτά αποτελούσαν ήχους άγνωστους και φοβερούς. Όμως στις επόμενες ημέρες όλα τα άσχημα είχαν ξεχασθεί, γιατί βρεθήκαμε στον Παράδεισο των παραμυθιών μας . Με την απόλυτη ελευθερία των κινήσεων μας πάνω σε όλη στην περιοχή, να τρέχουμε χαρούμενα ξέγνοιαστα σε κάθε κατεύθυνση, να κρυβόμαστε στις καλαμποκιές και στις βαμβακιές, να κόβουμε καρπούζια και πεπόνια από τα μποστάνια, που κάλυπταν την πείνα μας από το τρέξιμο και κυρίως τα παιγνίδια μας με την <Μαρίκα> !! Βόλτες ατελείωτες πάνω της <καβαλίγκα>, αφού είχαμε το ελεύθερο να την πηγαίνουμε στην βρύση να την ποτίζουμε και να κουβαλούμε με αυτή νερό με γκιούμια μας. Κάπου κάπου κάποιος αγρότης μας ζητούσε να του φέρουμε κρύο νερό από την βρύση, που ήτα πάντα δροσερό γιατί έτρεχε συνεχώς νερό. Κι εμείς με μεγάλη χαρά ανταποκρινόμασταν, παίρνοντας το σαν παιγνίδι, με αποτέλεσμα να μας αγαπήσουν όλοι οι γείτονες όσοι ήταν στα χωράφια τους και να ευχαριστούν την μανά και την γιαγιά μας που μας είχαν φέρει εκεί. ΄Ετσι όταν χανόμασταν ώρες ολόκληρες, δεν ανησυχούσαν οι δικοί μας που δούλευαν ολημερίς σκληρά, να σπάζουν, να μαζεύουν τα καλαμπόκια τις << γκουργκούχτες - ρόκες>>, γιατί όταν μας έψαχναν που και που, τους ειδοποιούσε κάποιος γείτονας που τύχαινε να βρισκόμασταν κοντά του, παρόλο που το μπόι μας το κάλυπταν τα φυτά. Μάλιστα κάποιες φορές για το λόγο αυτό, μερικά ζευγάρια αγροτών πανικοβλήθηκαν όπως δούλευαν, από το να ακούνε να σείονται οι καλαμποκιές από το πέρασμά μας ανάμεσα τους, μας περνούσαν για τσακάλια και το έβαζαν στα πόδια κι εμείς τα ζιζάνια ξεκαρδιζόμασταν στα γέλια!!!!...........
Κάθε πρωί, μόλις έφευγαν η μάνα κι η γιαγιά με τον μπάρμπα μέσα στο μεγάλο κτήμα μας να δουλέψουν και ενώ ακόμη κοιμόνταν ο αδελφός κι η αδελφή μου, που σαν μικρότερα τον ήθελαν τον ύπνο περισσότερο, εγώ το έσκαγα και πήγαινα στο κανάλι, στην τούμπα στο πρανές του αναχώματός. Εκεί ξαπλωμένη, χωμένη στο γρασίδι και τις καλαμιές παρακολουθούσα τη αλεπού που κουβαλούσε στα μικρά της αρουραίους να τα ταΐσει. Κι όταν αυτά χορτασμένα έμπαιναν στην φωλιά κι έφευγε η αλεπού για κυνήγι, το ενδιαφέρον μου εστιαζόταν στα ψάρια που χοροπηδούσαν πάνω στο νερό να αρπάξουν τα πολλά έντομα που υπήρχαν στην επιφάνειά του.! Ποταμίσιες καραβίδες έβγαιναν από τη λάσπη της κοίτης του καναλιού και παρακολουθούσα με ενδιαφέρον μεγάλο τις κινήσεις τους, την δραστηριότητα τους στον λασπωμένο χώρο και στο νερό. Όταν βαριόμουν πια να τις παρατηρώ, ξάπλωνα ανάσκελα κοιτώντας - χαζεύοντας τις λεύκες, που καθώς φυσούσε στα φύλλα τους ο αέρας στην κορυφή των δέντρων, αυτά με τις κινήσεις τους δημιουργούσαν μια χρωματική ασημένια πανδαισία, διασκορπούσαν τις ηλιαχτίδες προς κάθε κατεύθυνση και με την μετακίνησή τους εμφανίζονταν - αποκαλύπτονταν οι φωλιές των πουλιών και των πελαργών, μέσα στις διχάλες των χονδρών κλαδιών. Ο κυματισμός των υπέροχων ασημόφυλλων δημιουργούσε μια απαλή μουσική, μοναδική σύνθεση, που μαζί με τα κραξίματα των νεοσσών των πελαργών στις φωλιές ψηλά, δημιουργούσαν ένα είδος ευχαριστίας προς την μάνα φύση για όσα τους προσέφερε!! Γιατί εγώ έτσι το καταλάβαινα με την παιδική ψυχή μου, που ήταν σε σύνδεση με την δημιουργία της υπέροχης - μοναδικής φύσης κι έτσι το ελάμβαναν οι αισθήσεις μου, καθώς είναι αποδεκτό από τους ανθρώπους, ότι τα παιδιά μπορούν να επικοινωνούν με τους πνευματικούς κόσμους!!!..........
Στις πιο ζεστές ώρες της ημέρας, μαζευόμασταν στην βρύση, κάτω από τα δένδρα και παίζαμε νεροπόλεμο μεταξύ μας, αλλά πλέναμε και το γαϊδουράκι να δροσιστεί κι ο σύντροφος των παιγνιδιών μας. Τόσο είχαμε δεθεί με το ζωντανό, που ο μπάρμπας μας φώναζε να το αφήσουμε λίγο ήσυχο να βοσκήσει, να φάει κι αυτό . Την υπεραγαπούσαμε την Μαρίκα, την λατρεύαμε, είχαμε τόσο συνδεθεί μαζί της σαν να ήταν άνθρωπος. Αυτή το καταλάβαινε και μας έκανε όλα τα χατίρια μένοντας ήρεμη- συγκαταβατική με τις <καβαλίγκες> επάνω της που εναλλασσόμασταν. Μόνο το βράδυ την βάζαμε στο παχνί της να ησυχάσει !! Αξέχαστες στιγμές στον παράδεισο μας, τον ομορφότερο τότε τόπο μας της ξεγνοιασιάς και της ελευθερίας !!!
Πέρασαν δώδεκα αξέχαστες ημέρες, αλλά εκείνο το βράδυ στην φωτιά η μάνα μας ανακοίνωσε ότι τα τρόφιμα τελειώνουν. Ψωμί δεν έχει πλέον, γιατί είχε υπολογίσει πως θα έφθανε μέχρι το τέλειωμα του μαζέματος των καλαμποκιών μέσα σε αυτές τις ημέρες, όμως η χρονιά ήταν πολύ καλή και οι ρόκες ήσαν στις καλαμποκιές πολύ περισσότερες από την προηγούμενη χρονιά. Λεφτά υπήρχαν μόνο για τα εισιτήρια της επιστροφής μας και δεν έφταναν να αγοράσουμε μερικά τρόφιμα από την καντίνα στον μεγάλο δρόμο. Σκέφτονταν οι μεγάλοι τι να κάνουν!!?? Να φύγουμε και να ξαναγυρίσουν πάλι να συνεχίσουν? Όμως θα καθυστερούσαν με το πήγαινε - έλα και γιατί τρείς ημέρες ακόμη ήθελαν να τελειώσουν όλο το χωράφι μας . Δεν υπήρχαν άλλα χρονικά περιθώρια, επειδή το μηχάνημα πλησίαζε στην περιοχή για να τεμαχίσει στα χωράφια της δικής μας κοινότητας, τα απομεινάρια των θημωνιών από τα μαζεμένα καλαμπόκια τα <μπασιάκια> . Αν δεν προλάβαιναν να τελειώσουν την συγκομιδή, θα το χάνανε και δεν θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν το χωράφι μας πάλι το Φθινόπωρο.! Αποφάσισαν να μείνουμε και να τελειώσουν την δουλειά, με όση τροφή είχε απομείνει, θα μάζευαν δε και τα ξηρά φασόλια από το μικρό μπαξέ δίπλα μας κι ας βολευόμασταν με τα φρούτα και τα λαχανικά από τα γύρω εγκαταλειμμένα μποστάνια. Αυτή η απόφαση, μας ενθουσίασε εμάς τα παιδιά, γιατί θα παραμέναμε για λίγες ακόμη ημέρες στον < Παράδεισό μας >> και με την λατρεμένη γαϊδουρίτσα, την Μαρίκα μας !!!
Οι επόμενες ημέρες ήσαν ιδιαίτερες, μοναδικές και διδακτικές, γιατί μας έκαναν να εκτιμήσουμε την τροφή, για όλη την επόμενη ζωή μας. Εμείς τα παιδιά ξεχνιόμασταν με τα παιγνίδια, μπαίναμε στα μποστάνια κι ότι βρίσκαμε το καταβροχθίζαμε μαζί και η <Μαρίκα> μας, μόνιμος σύντροφος στις περιπλανήσεις μας…. Ανακαλύψαμε ένα εγκαταλειμμένο χωράφι με ντοματιές κι όλα χαρά μαζέψαμε τις ώριμες ντομάτες , τις πλύναμε καλά και τις πήγαμε στην καλύβα να φάνε και οι μεγάλοι που δούλευαν ασταμάτητα για να τελειώσουν το μάζεμα της σοδειάς ……
Την επόμενη όμως δεν υπήρχαν ώριμες ντομάτες κι αρχίσαμε να τρώμε τις άγουρες. Τι νόστιμες μας φαινόντουσαν μέσα στην πείνα μας, τι γευστικές!! Το δανεικό ψωμί που πήραμε από τους γείτονες, το αφήσαμε για τους μεγάλους που χρειάζονταν τις δυνάμεις τους για την δουλειά που έπρεπε οπωσδήποτε να τελειώσει έγκαιρα !!………………
Έτσι κύλησαν οι επόμενες ημέρες τρώγοντας άγουρες πολύτιμες ντομάτες, μικρόκαρπα καρπούζια και πεπόνια επίσης αγουρωπά. Αν ανακαλύπταμε κάποιο πιο ώριμο στις εξορμήσεις μας, σε κάθε κατεύθυνση στα χωράφια του Βάλτου, το πηγαίναμε να το φάνε οι δικοί μας, να έχουν δύναμη να δουλεύουν και τους λέγαμε αθώα ψέματα, ότι εμείς είχαμε ήδη φάει….
Όλα αυτά χαράχθηκαν στην μνήμη μας ως παράδειγμα ζωής, για την εκτίμηση κάθε τροφής, όσο ταπεινή κι αν είναι κι από όπου κι αν προέρχεται!!
Όταν πλέον τελείωσε το μάζεμα των καλαμποκιών, αφήσαμε με μια πίκρα στην καρδιά μας τον μπάρμπα Θωμά με την <Μαρίκα> στο χωράφι, να περιμένει να έρθει το φορτηγό αργότερα να φορτώσει τα καλαμπόκια και να τα φέρει στην αποθήκη μας!! Σε όλο τον δρόμο της επιστροφής και μέχρι να φθάσουμε στην στάση του λεωφορείου στο <<66>>, γυρνούσαμε το κεφάλι μας πίσω να αποχαιρετούμε τον δικό μας Παράδεισο, τον τόπο που τόσο αγαπήσαμε, παίξαμε ξένοιαστα, γνωρίσαμε την φύση, τα πλάσματα της και νοστιμευτήκαμε με τις άγουρες ντομάτες που χόρτασαν την πείνα μας!! Δάκρυα κύλισαν από τα μάτια μου όταν ανέβαινα στο λεωφορείο κι έβλεπα να χάνεται ο Βάλτος από το οπτικό μου πεδίο. Ένα σφίξιμο αισθάνθηκα στην καρδιά μου, λες κι ότι ήδη γνώριζα πως ποτέ δεν θα τον ξανάβλεπα και δεν θα ξαναζούσα εκείνον τον ονειρικό τόπο, των ιδιαιτέρων παιδικών διακοπών μου !!!!
Το υπέροχο εκείνο καλοκαίρι των παιδικών μου χρόνων, δεν το αλλάζω με κανένα άλλο, ούτε μπορεί να συγκριθεί με κάποιο άλλο. Διότι αφορά τα χρόνια της αθωότητας, της παιδικής ξεγνοιασιάς μέσα στην φύση εκείνη, που πλέον έχει αλλάξει τραγικά. Τόσο διαφορετικά, άχαρα διαμορφώθηκε μετά την νέα αναδιανομή των αγροτεμαχίων, όταν αυτό έγινε σε κάποια χρόνια αργότερα, που χάθηκε – εξαφανίσθηκε η μαγεία που είχε ο χώρος και η ιδιαιτερότητα της φυσικής ομορφιάς του. Όμως είχαν ήδη αποτυπωθεί στην παιδική μου μνήμη, στα μάτια της ψυχής μου και θα υπάρχουν πάντα καταχωρημένες στα βάθη της καρδιά μου, οι όμορφες εκείνες ημέρες του πιο ξεχωριστού καλοκαιριού της παιδικής μου ζωής, στην εποχή της αθωότητας !!!
ΣΥΜΗ ΥΦΑΝΤ.





ΜΙΑ ΔΥΝΑΤΗ ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΥΣΤΑΓΩΓΙΚΗ ΚΡΗΤΗ!!!!!!!!!

 


Ήταν κατακαλόκαιρο, ένας αρκετά καυτός Ιούλιος !!! Το αεροπλάνο από την Θεσσαλονίκη που μας πήρε, τροχοδρομούσε στον αεροδιάδρομο του Ηρακλείου Κρήτης μεσημέρι ακριβώς!!! Πρώτη φορά στην ζωή μας εγώ κι η αδελφή μου, πατούσαμε το έδαφος της Κρήτης της ηρωϊκής, της προϊστορίας, του αρχαίου και νεώτερου πολιτισμού, των αγώνων της ελευθερίας , της λεβεντογένας που πρόσφερε διαχρονικά στο έθνος πλήθος γενναίων παλικαριών. Εκείνη την Γή των νόστιμων καρπών, του αγνού ελαιολάδου, εκείνου του κρασιού βάλσαμο - νάμα στις αισθήσεις και της δυνατής τσικουδιάς των γλεντιών και των καημών!!!
Άνοιξαν οι πόρτες του αεροπλάνου και πατώντας την σκάλα της καθόδου, ανέπνευσα βαθειά με ανακούφιση που φθάσαμε και το φυσικό ευεργετικό - ενεργειακό οξυγόνο γέμισε τους πνεύμονες μου. Όμως αυτός ο καθαρός αέρας ήταν γεμάτος ευωδίες από βότανα των βουνών της Κρήτης και το ιώδιο της θάλασσας του Αιγαίου. Ο ήλιος επάνω στο μεσουράνημά του δεν ήταν καυτός, αλλά απαλά ζεστός, φωτεινός, με μια διαφορετική γκάμα φωτός, που το δροσερό αεράκι ίσως βοηθούσε σε αυτήν την εντύπωση ευχαρίστησης κι ανακούφισης !!! Αυτό μου δημιούργησε την αίσθηση καλωσορίσματος στο νησί, μια αόριστη νότα αισιοδοξίας, που επί τέλους το άγχος της ετοιμασίας και του ερχομού μας, είχε εξαφανιστεί πλέον πατώντας το έδαφος της όμορφης Κρήτης! Ήταν μια επιθυμία διακοπών σε αυτόν τον ονομαστό και ξακουστό τόπο, που έγινε πραγματικότητα στις τωρινές διακοπές μου, που η άδειά μου αποκτούσε τόσο ενδιαφέρον και συνδυάστηκε τόσο καλά, γιατί θα συναντούσαμε τον αγαπημένο αδελφό μας, μετά από μήνες που είχαμε να τον δούμε και να ανταμώσουμε όλοι μαζί!! Εργάζονταν στην ΔΕΠ, στην Διοίκηση του συνεργείο σεισμογραφικών γεωλογικών ερευνών για υδρογονάνθρακες στην περιοχή Τυμπακίου - Μοίρες Μεσσαράς, όπου ήταν και το γραφείο του!!
Αφού παραλάβαμε τις αποσκευές μας, τηλεφώνησα στον αδελφό μου από τον τηλεφωνικό θάλαμο της αναμονής του αεροδρόμιου ( δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα τότε) και τον ενημέρωσα για την άφηξή μας, να έρθει να μας παραλάβει. Καθίσαμε στο σαλόνι να τον περιμένουμε, διότι όπως μου ανέφερε, ήταν αρκετά μακριά από το Ηράκλειο, περίπου δύο ώρες δρόμου και θα έπρεπε να τον αναμένουμε εκεί ………
Η χαλάρωση – ξεκούραση της αναμονής, ήταν αρκετά ευεργετική μετά την ένταση της προηγούμενης βραδιάς των ετοιμασιών και της πρωϊνης αναχώρηση με το Λεωφορείο γραμμής στην Θεσσαλονίκη και κατόπιν με την συγκοινωνία μέχρι το αεροδρόμιο!! Όλα αυτά εμπεριείχαν ένα άγχος και μια ταλαιπωρία στο να τα προλάβουμε όλα στην ώρα τους και να ήμασταν εγκαίρως στο αεροδρόμιο, να πάρουμε το αεροπλάνο για το ταξίδι μας !!..
Ήταν περασμένο μεσημέρι, όταν ο αδελφός μας έφθασε καταϊδρωμένος από το πολύωρο μεσημεριάτικο ταξίδι, με το << λατρεμένο fiesta >> το νέο του αυτοκίνητο, που δυστυχώς δεν είχε κλιματισμό. Όμως η χαρά του ήταν πολύ μεγάλη που μας έβλεπε, μετά από το τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα απουσίας του. Φυσικά το ίδιο ίσχυε και για εμάς τα κορίτσια, που τα ίδια συναισθήματα χαράς και συγκίνησης μας είχαν κατακλίσει , επειδή ήμασταν πολύ δεμένοι μεταξύ μας, όπως είμαστε και μέχρι σήμερα!!... Αναχωρήσαμε με φορτωμένο το αυτοκίνητο από τις πολλές όντως αποσκευές μας, που αυτό ήταν και το μεγάλο μας <κώλυμα>. Διότι ο όγκος των πραγμάτων που κουβαλούσαμε στις διακοπές μας ήταν πάντα μεγάλος, παρ΄ όλες τις φιλότιμες προσπάθειές μας, να αφαιρούμε πράγματα κάθε φορά που θα ταξιδεύαμε, όμως αυτά πάντα περίσσευαν στο τέλος, <γυναίκες όντως τι να πει κανείς>….. !! Διασχίζαμε την ενδοχώρα του νομού Ηρακλείου, που ο δρόμος ήταν στενός, κακοστρωμένος, δύσκολος, καθώς και η ζέστη στο εσωτερικό του Νομού ήταν μεγαλύτερη. Αυτό μας πρόσθετε μια κούραση και μια ενόχληση, που προσπαθήσαμε να την απαλύνουμε με την κατανάλωση νερού και με τις συζητήσεις μας για κάθε τι που συνέβη στο σπίτι και στην πόλη μας, όσο καιρό απουσίαζε ο αδελφός μας….. Μετά από αρκετά χιλιόμετρα και ώρα, φθάσαμε στην περιοχή της <<αρχαίας Φαιστού>> και σταματήσαμε στην άκρη του δρόμου να ξεκουραστεί ο οδηγός και να δροσιστούμε στον ίσκιο του δένδρων που παρκάραμε. Ήμασταν πάνω στον δρόμο, δίπλα από έναν περιφραγμένο χώρο δεξιά μας, που είχε μέσα ένα ισόγειο κτήριο κι έγραφε Αρχαιολογικός χώρος Φαιστού.!! Απέναντι στα αριστερά μας, μετά τον δρόμο, υπήρχε μια πολύ μεγάλη περιφραγμένη έκταση με κλιμακωτά επίπεδα, στην οποία μέσα φαίνονταν τα ερείπια μια αρχαίας πόλης και έφερε την πινακίδα <<Μινωϊκό Ανάκτορο Φαιστού>> !! Εγώ ξετρελάθηκα κι έκανα κίνηση να πάω προς τα εκεί. Ο αδελφός μου με απέτρεψε λέγοντάς μου πως δεν είναι κατάλληλη η ώρα για κάτι τέτοιο κι ότι θα το επισκεπτόμασταν το πρωί του Σάββατου με την ησυχία μας να τα δούμε όλα !! Γνώριζε το πάθος μου με την αρχαιότητα και την εξερεύνηση των αρχαιοτήτων όπου τις συναντούσα!!!!. Συνεχίσαμε, προσπεράσαμε το Τυμπάκι και σε λίγο φάνηκε στο βάθος κάτω από το ύψωμα του δρόμου, ο οικισμός της Αγίας Γαλήνης με το μικρό της λιμάνι . Εκεί ψηλά, στα δεξιά του δρόμου υπήρχε ένα μεγάλο μακρόστενο Ξενοδοχείο, που μας το έδειξε ο αδελφός μας πως ήταν το δικό του, σε αυτό διέμενε. Αλλά εμάς θα πας πήγαινε να μείνουμε στα ενοικιαζόμενα δωμάτια μέσα στον οικισμό. Ανήκαν σε μια γνωστή του κυρία, που έτρωγε στην Ταβέρνα της, η οποία ήταν δίπλα από τον όρμο του λιμανιού της Αγίας Γαλήνης. Έτσι θα ήμασταν εμείς με κόσμο κι όχι απομονωμένες, τις πρωϊνές ώρες που εκείνος εργάζονταν και θα έλειπε !!!......
Πράγματι αυτό έγινε και εγκατασταθήκαμε σε δωμάτιο του δευτέρου ορόφου των ενοικιαζόμενων δωματίων της πολύ ευγενικής και χαρούμενης κυρίας Ειρήνης. Αυτή μας καλωσόρισε εγκάρδια και μας τράταρε δροσιστικούς χυμούς !!.. Το ζήτημα όμως που προέκυψε με τον βραδινό μας ύπνο ήταν σοβαρό, δεν υπήρχε ησυχία να κοιμηθούμε ομαλά. Διότι οι ξένοι - τουρίστες, όλη την νύχτα περιφέρονταν μεθυσμένοι φωνασκώντας. Η μουσική στις ταβέρνες ήταν μέχρι αργά και η βραδινή κίνηση στα τουριστικά καταστήματα μέσα στα στενοσόκακα δημιουργούσαν μεγάλη όχληση σε εμάς, διακόπτοντας τον ύπνο μας συχνά. Το πρωί μας βρήκε εξουθενωμένες και χωρίς δύναμη και διάθεση για τίποτε από την έλλειψη σωστού – ήρεμου - ανενόχλητου συνεχούς ύπνου. Τα μαζέψαμε και φύγαμε μετά από δύο μέρες. Εγκατασταθήκαμε στο ξενοδοχείο του αδελφού μας, δίπλα στο δωμάτιο του, ώστε να είμαστε μαζί περισσότερες ώρες κι ας ήμασταν έξω από τον οικισμό, στο ύψωμα πάνω στον κεντρικό δρόμο. Τα πρωινά που αυτός εργαζόταν, εμείς παίρναμε το μονοπάτι και κατεβαίναμε από το ύψωμα που βρισκόμασταν, στην παραλία της Αγίας Γαλήνης, παραδίπλα από τον οικισμό και το λιμανάκι της, μπροστά από την ταβέρνα της κυρά Ειρήνης και κολυμπούσαμε εκεί. Ηλιοθεραπεία κάναμε πάνω στα μεγάλα χαλίκια και τις πέτρες αυτής της υποτυπώδους παραλίας, μια ακτή χωρίς άμμο, πρωτόγονη, άγρια, κάπως αφιλόξενη, αλλά τι να γίνει δεν διαθέταμε ΙΧ να πάμε σε άλλες καλύτερες και συμβιβαζόμασταν. Όμως το νερό της θάλασσας ήταν κρυστάλλινο, δροσερό, ευχάριστο και η κυρία Ειρήνη στην ταβέρνα της, με το φαγητό της μας αποζημίωνε για όποια κακουχία μας δημιουργούσε η ιδιόμορφη ακτή. Εξαιρετική μαγείρισσα, μανά τριών παιδιών μεγάλων πλέον, χήρα ηρωίδα της ζωής κι επιχειρηματίας. Είχε δωμάτια στον οικισμό, κτήματα με ελιές και την Ταβέρνα στην παραλία, που την λειτουργούσε μέχρι αργά το βράδυ. Αξέχαστοι θα μου μείνουν οι <κολοκυθοανθοί> της!! Τόσο λιτό φαγητό μα τόσο γευστικό, ονειρικό για τα γούστα μου και τον ουρανίσκο μου, μαζί με κάθε άλλο παραδοσιακό Ελληνικό καλοκαιρινό φαγητό και τον ψητό ολόφρεσκο ξιφία στα κάρβουνα!! Πάντα χαμογελαστή και γλυκομίλητη μας περιποιόνταν με μεγάλες μερίδες φαγητού, μαζί με φρούτο, με γλυκό που μας κερνούσε στο τέλος κάθε γεύματος….. Η αλήθεια είναι ότι καταλάβαμε πως η <σπέσιαλ> περιποίησή μας, οφείλονταν στο ότι ήθελε για γαμπρό της τον αδελφό μας, στην μικρότερη ατίθαση και καλομαθημένη κόρη της!!!...........
Σε κάποιον απογευματινό μας περίπατο μέσα στα στενοσόκακα του οικισμού, είδα σε ένα γραφείο τουρισμού μια πινακίδα, που ανακοίνωνε μια ημερήσια κρουαζιέρα για την επόμενη ημέρα, στην νότια- δυτική Κρήτη, από την Αγία Γαλήνη μέχρι τα Σφακιά. Ενθουσιάστηκα κι αφού συνεννοήθηκα με τα αδέλφια μου, δήλωσα συμμετοχή για εμάς τις δύο αδελφές, αφού ο αδελφός μας εργάζονταν.......
Το επόμενο λοιπόν πρωί πήγαμε στο λιμάνι του οικισμού, στην τσιμεντένια προβλήτα – λιμενοβραχίονα, που έδεναν κυρίως τα ψαροκάικα τους και κάποια ιδιωτικά ταχύπλοα, να πάρουμε το εκδρομικό πλοιάριο για την ημερήσια κρουαζιέρα μας. Βρήκαμε ένα μικρό ξύλινο σκαρί, που η ταμπέλα μπροστά του δήλωνε ότι εκείνο ήταν για την εκδρομή μας. Μπήκαμε μέσα στον σκεπαστό - μοναδικό χώρο επιβατών του μικρού πλεούμενου και καθίσαμε στις καρέκλες του. Λίγες κι αυτές τοποθετημένες κατά μήκος δεξιά κι αριστερά στις πλαϊνές πλευρές του σκάφους, σε σειρές από δυο καθίσματα η κάθε μία, με ένα στενό διάδρομο στη μέση, αφού ο χώρος ήταν μικρός. Στα πλάγια περιμετρικά είχε τζαμαρίες με συρόμενα τα τζάμια, που έτσι βοηθούσε στον αερισμό της κλειστής αυτής υποτυπώδους αίθουσας επιβατών... Σε λίγο μπήκε ένα ζευγάρι κι ο καπετάνιος. Μας εξήγησε, πως δεν υπήρχαν άλλοι επιβάτες κι ήταν το δοκιμαστικό ταξίδι του πλοιαρίου με αυτήν την μορφή. Επειδή όμως φιλοξενούσε το φιλικό του ζευγάρι από τον Πειραιά, τον καλό του φίλο με την σύζυγό του, δεν την ακύρωσε την εκδρομή και μας πρότεινε εάν επιθυμούσαμε, να πηγαίναμε μαζί τους σε αυτήν την κρουαζιέρα, χωρίς καμιά επιβάρυνση.!! Άλλο που δεν θέλαμε, συναινέσαμε με πολύ χαρά και συστηθήκαμε μεταξύ μας. Ήταν ο καπετάν Μανώλης ο ιδιοκτήτης του μικρού τουριστικού σκάφους, ο φίλος του κ. Νίκος - πρώτος καπετάνιος σε εμπορικά πλοία-, η κυρία Μαρία η σύζυγος του κι εμείς!!
Ξεκίνησε λοιπόν το καραβάκι το θαλασσινό του ταξίδι να μας γνωρίσει τις ομορφιές της Νότιο-Δυτικής Κρήτης, με θαυμάσιο ηλιόλουστο καιρό, χωρίς κανένα σύννεφο, με θάλασσα λάδι, χωρίς ανέμους. Όμως υπήρχε αρκετός θόρυβος από την ντιζελομηχανή, που βρισκόταν μέσα και στο πίσω μέρος της υποτυπώδους αίθουσας επιβατών, μπροστά από το υπερυψωμένο κατά μερικά σκαλοπάτια πιλοτήριο του πλοιαρίου. Εμείς οι γυναίκες πήγαμε μπροστά στο σκάφος και καθίσαμε, ενώ οι καπετάνιοι ήταν πίσω στο πιλοτήριο. Εγώ κάθισα στα δεξιά να βλέπω καλυτέρα την ακτή και τα τοπία, ενώ η κ.Μαρία με την Βέτα την αδελφή μου ψιλοκουβέντιαζαν απέναντι. Κάπου – κάπου ο καπετάνιος μας έκανε ξενάγηση και φώναζε το όνομα της περιοχής που περνούσαμε δίπλα της !! __ << Περνάμε τον Αγ. Παύλο, την Τριόπετρα, την Αγ. Φωτεινή. Εκεί στο βάθος που πρασινίζει η ακτή, είναι η παραλία της Πρέβελης με το Φοινικόδασος, με το ποτάμι που βγαίνει στην θάλασσα και στο ύψωμα από πάνω είναι το μοναστήρι της, πάνε πολλοί τουρίστες εκεί κάθε μέρα για μπάνιο>>!...... Εμείς ανοίγαμε τα μάτια μας διάπλατα να δούμε όλες τις ομορφιές που ξανοίγονταν μπροστά μας. Αργό το καραβάκι, αλλά δεν μας ένοιαζε , εμείς μόνο ήμασταν και δεν είχαμε πρόβλημα ωραρίου και προγράμματος… Ακούστηκε πάλι ο καπετάν Μανώλης:: _<<Τώρα προσπερνάμε το Δαμνιόνι και σε λίγο θα φανεί το χωριό ο Πλακιάς που και είναι παραθεριστικό >>….
Οι ακτές στην αρχή της διαδρομής ήσαν απόκρημνες, βραχώδεις, άγριες. Κάποιες σπηλιές είχαν σχηματισθεί μέσα στους βράχους των ακτών διαφόρων μεγεθών, που εισέρεε μέσα τους η θάλασσα, σημάδι ότι εκεί τα κύματα έχουν μεγάλη δύναμη και μαζί με τον άνεμο σχημάτιζαν στα βράχια μυθικές - παραμυθένιες μορφές! Η θάλασσα με τις εισχωρήσεις της στην ξηρά δημιουργούσε και το ανάγλυφο σχήμα των ακτών της, με μικρούς όρμους, όμορφες δαντελωτές ακτές - παραλίες - κόλπους, αλλά και μεγάλες ανοικτές αμμώδεις ακρογιαλιές!!! Διάσπαρτα σπιτάκια μέσα στα κτήματα και στις πλαγιές του βουνού, λευκές κουκίδες στον ορίζοντα και πιο πίσω να ορθώνεται ο άγριος ορεινός όγκος του Ψηλορείτη, που οι κορυφές του άσπριζαν ακόμη από τα χιόνια του χειμώνα. Άρχισε μπροστά μας να εμφανίζεται η παραλία με τον οικισμό του Πλακιά. Διακρίνονταν τα πετρόκτιστα ασβεστωμένα σπίτια του με τις αυλές, τα περισσότερα γύρω από την μεγάλη ακτή του, που στα μάτια μας το χωριό αυτό φαίνονταν σαν ζωγραφιά!!... Το προσπεράσαμε ανοικτά από τον κόλπο του, οπότε περισσότερες λεπτομέρειες δεν ήταν δυνατόν να δούμε!! Κάποια χωριουδάκια σκόρπια στις πλαγιές του θρυλικού βουνού, φάνταζαν σαν <κοπάδια με προβατάκια> να βόσκουν αμέριμνα στην άγρια φύση! Μετά από κάποιες έρημες περιοχές, όρμους, ακρογιάλια και το ακρωτήριο που περάσαμε, φάνηκε ένα εκπληκτικό Φρούριο σε μια μεγάλη πεδιάδα. Ήταν ένα ορθογώνιο τεράστιο κτίσμα με τέσσερεις πύργους στις γωνίες του, οι οποίοι ενώνονταν μεταξύ τους με ευθύγραμμα κατακόρυφα τείχη, που κατέληγαν σε οδοντωτές πολεμίστρες. Πίσω του, στο βάθος της πεδιάδας άρχιζαν οι επιβλητικές πλαγιές των ανατολικών Λευκών Ορέων, ενώ μπροστά του απλώνονταν μία μεγάλη ανοικτή παραλία, σαν μια πελώρια αγκαλιά!!...... ___<< Το Φραγκοκάστελλο, το Φραγκοκάστελλο, φώναξε ο καπετάν Μανώλης >> κι άρχισε να μας διηγείται, πως :: ___<< Κάθε χρόνο, τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου, λίγο πριν ανατείλει ο ήλιος, εμφανίζονται οι <<Δροσουλίτες>> στη θέση Θυμέ Κάμπος της επαρχίας των Σφακιών, εκεί στην ακτή που είναι το κάστρο αυτό, το Φραγκοκάστελλο. Αυτοί είναι μια στρατιά, από νεκρούς πολεμιστές με αστραφτερές πανοπλίες, που προελαύνει προς τη θάλασσα, ξεκινώντας πάνω από την πεδιάδα, μέσα από το μεγάλο Κάστρο. Λένε πως είναι ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης με τους στρατιώτες του, που υπερασπίστηκαν το Φραγκοκάστελλο από τους Οθωμανούς(1828). Το φαινόμενο αυτό με τις σκιές των μαχητών, ο λαός μας το ονομάζει <Δροσουλίτες>, γιατί εμφανίζονται για περίπου 8 λεπτά με τη δροσιά της χαραυγής… Μύθος; μάλλον, αλλά όσοι το έχουν δει, συμβουλεύουν ότι αν είσαι στην πεδιάδα και όχι στα υψώματα, μπορείς να το δεις με τα μάτια σου. ΄Ερχονται κάθε χρόνο πολλοί άνθρωποι από κάθε μέρος της Γής για να το παρατηρήσουν !!>>……..
Στο άκουσμα της περιγραφής του μύθου αυτού, που εμείς πρώτη φορά τον ακούσαμε, μαζί με την εικόνα του επιβλητικού μεγάλου κάστρου που αντικρίσαμε μας ενθουσίασε κι εμένα με συνεπήρε, με εξιτάρισε πάρα πολύ!!! Στην ακτή στην απέναντι πλευρά από το κάστρο, υπήρχαν κάποιες καλύβες ψαράδων και πίσω στους αγρούς μια εκκλησία μέσα σε κάποια χαλάσματα πρώην μοναστήρι, ο Άγιος Χαράλαμπος, όπως μας πληροφόρησε ο καπετάνιος. Ο επιβλητικός όγκος του μεγαλοπρεπούς κάστρου, αν και ήμασταν μακριά στα ανοιχτά του κόλπου, ήταν καθηλωτικός, προκλητικός, μαγικός στα μάτια μου και κυριαρχούσε στην ανοιχτωσιά ολόκληρης της περιοχής!!! Συνεπαρμένη από την μοναδική αυτή εικόνα, το μυαλό μου αμέσως ταξίδεψε σε χρόνους μακρινούς, σε εποχές αλλοτινές, όταν αυτό κατοικείτο από πολεμιστές, ιππότες , δεσποσύνες και σε μάχες που δίνονταν πέριξ των τειχών του!! Ολόκληρη ιστορία κυρίεψε την ύπαρξη μου και καθώς απομακρυνόμασταν, μέσα μου έλεγα πόσο πολύ ήθελα να πάω εκεί, εκεί στο κάστρο του μύθου και της ιστορίας !!!!
Μόλις έσβησε από το οπτικό μας πεδίο όλος ο κόλπος του Φραγκοκάστελλου, άρχισε να φαίνεται ένας άλλος κόλπος που στο βάθος του υπήρχε μια πόλη !! :: ___ << Φθάνουμε στα Σφακιά. Νατα, νάτα τα σπίτια στο βάθος >> αναφώνησε ο καπετάνιος……...
Σε λίγη ώρα και με τον ήλιο ψηλά αφού είχε μεσημεριάσει σχεδόν, δέναμε στην προβλήτα του μικρού - κλειστού λιμανιού των Σφακιών… Ο καπετάν Μανώλης μας είπε ότι μπορούμε να περιηγηθούμε όπου θέλουμε και μετά από 3 ώρες να γυρνούσαμε πάλι εκεί, για την επιστροφή μας. Αυτοί θα πήγαιναν σε ταβέρνα για φαγητό, να ξεκουραστούν στην δροσιά, να πουν τα δικά τους !! Εμείς οι δύο αδελφές ξεκινήσαμε να δούμε την μικρή πόλη κι ανηφορήσαμε την πλαγιά που ήταν κτισμένη. Ρωτώντας πληροφορήθηκα για το παλιό κάστρο του οικισμού και πήγαμε στην κορυφή της πόλης πάνω από το λιμάνι, που υπήρχαν τα χαλάσματά του και μέσα στο χώρο του ήσαν κάποια μεγάλα πεύκα. Η θέα από εκεί ήταν θαυμάσια και φαίνονταν πανοραμικά τα Σφακιά, που σ΄εκείνη την ώρα του μεσημεριού επικρατούσε μεγάλη ησυχία, μόνο τα τζιτζίκια ακούγονταν. Αφού ξεκουραστήκαμε στον ίσκιο των δένδρων, ανακαλύψαμε έξω και κάτω από τα τείχη στον βράχο, προς την πλευρά της θάλασσας να ρέει αδιάκοπα πολύ και δροσερό νερό, πιθανόν από κάποια πηγή και δροσιστήκαμε από το ευλογημένο γάργαρο νεράκι του…. Κατεβήκαμε στο λιμάνι να κάνουμε εκεί δίπλα το θαλασσινό μπάνιο μας και μετά να πάμε κι εμείς για φαγητό!!.....
Καθώς κάναμε ηλιοθεραπεία, ήρθε η κ. Μαρία από το πλοίο μας και μας πρότεινε, εάν συμφωνούσαμε να μας πήγαιναν στην Αγία Ρουμέλη, την έξοδο του Φαραγγιού της Σαμαριάς, να το δούμε κι αυτό αφού είχαμε έλθει τόσο κοντά, να μην χάναμε την ευκαιρία. Διότι κι αυτή, πρώτη φορά ερχόταν στην Κρήτη και επιθυμούσε τόσο πολύ να το επισκεφτεί !! Φυσικά κι αποδεχθήκαμε με χαρά την πρόταση αυτή, που ήταν μια ανέλπιστη τύχη για εμάς, να απολαύσουμε και μια άλλη ξακουστή περιοχή της πανέμορφης νότιο-δυτικής Κρήτης, στην πλευρά του Λιβυκού πελάγους!!
Μπήκαμε αμέσως στο πλοιάριο μας χωρίς άλλη καθυστέρηση, αν και δεν προλάβαμε να φάμε κάτι κι εμείς στα Σφακιά. Ποιος λογάριαζε το φαγητό εκείνη την στιγμή, μπροστά στον σκοπό του ταξιδιού!!? Με κατεύθυνση προς τα Δυτικά προσπεράσαμε πολλούς κόλπους με όμορφες ακρογιαλιές και μέσα σε έναν κολπίσκο, είδαμε ένα πανέμορφο μικρό χωριό πάνω στην θάλασσα, που είχε λουτρά με ιαματικά νερά, όπως μας ενημέρωσε με περηφάνια ο καπετάνιος, το επονομαζόμενο <Παραλία των Λουτρών> ..!! Μετά από καμιά ώρα περίπου φάνηκε ο μεγάλος ανοικτός κόλπος της Αγίας Ρουμέλης. Την θάλασσα με την ελαφρώς ανηφορική παραλία την ένωνε μια ξύλινη μικρή προβλήτα, ώστε να μπορούν να δένουν τα καραβάκια και να επιβιβάζουν τους ημερήσιους εκδρομείς. Αυτοί έρχονταν από το Οροπέδιο του Ομαλού και δια μέσου του φαραγγιού της Σαμαριάς πεζοπορώντας, κατέληγαν στο τέλος του - την έξοδό του εκεί στην θάλασσα, στην παραλία της Αγίας Ρουμέλης, μιας αμμώδους μεγάλης παραλίας που εκτίνονταν προς τα δεξιά της προβλήτας όπως φαίνονταν από την ξηρά ….!!! Ένα διαφορετικό αεράκι φυσούσε μέσα από το φαράγγι προς στην θάλασσα, που μας δρόσισε το σώμα και γέμισε οξυγόνο τα πνευμόνια μας, σαν ευγενικός χαιρετισμός καλωσορίσματος του άγριου πανέμορφου τόπου προς εμάς, τους επισκέπτες της ακτής αυτής, της υπέροχης φύσης!! Μόλις πατήσαμε στην παραλία, βρεθήκαμε εμπρός από ένα μοναδικό - διαφορετικό τοπίο, αντικρίζοντας την απλωσιά της εξόδου του φαραγγιού της Σαμαριάς!! Αμέσως μου γεννήθηκε η επιθυμία να εισχωρήσω μέσα σε αυτό και να το ιδώ από εκεί, από την έξοδο του μέχρι μέσα στο βάθος του, όσο μου το επέτρεπε η ώρα που είχαμε στην διάθεσή μας. Οι δύο καπεταναίοι πήγαν κι άραξαν στο μοναδικό καφενεδάκι της παραλίας, που ήταν κατασκευασμένο με καλαμωτές κι έψηνε ο καφετζής σουβλάκια στην θράκα, συνοδευτικό της τσικουδιάς….. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο σαν κτίσμα γύρω, παντού μια ερημιά. Όμως τόσο όμορφη η θέα σε σύνολο με το στόμιο του φαραγγιού στο βάθος της περιοχής, που οι απότομοι γυμνοί γκρεμοί δεξιά κι αριστερά του το περιέβαλαν δυναμικά, μαζί με το ήρεμο ποτάμι που κυλούσε το λιγοστό νερό του κελαριστά. Ηλεκτρικό δεν υπήρχε και το νερό στο καφενεδάκι έρχονταν με πλαστικές σωληνώσεις από μέσα από το ποτάμι που τις είχε βάλει ο καφετζής. Υπήρχαν και λίγα μικρά κωνοφόρα δένδρα διάσπαρτα πέριξ και μέσα στην μεγάλη ανοικτή ξερή κοίτη του ποταμού, την γεμάτη από κροκάλες διαφόρων μεγεθών που κατέβαζε τον χειμώνα το ποτάμι με τα πάρα πολλά νερά που κυλούσαν ορμητικά από τα Λευκά Όροι!!!........ Η κυρία Μαρία θέλησε και μας ακολουθήσει σε αυτόν τον ιδιόμορφο περίπατο στο φαράγγι το ξακουστό, παρά να κάνει μπάνιο δίπλα από την ξύλινη προβλήτα, στην υπέροχη μεγάλη αμμουδιά που εκτίνονταν εκατοντάδες μέτρα σε μάκρος κι αρκετά σε φάρδος, γεμάτη ψιλή άμμο, που η ύπαρξη της μου έκανε εντύπωση σε σχέση με άλλες παραλίες τις γεμάτες πέτρες, που εμείς έως τότε είχαμε γνωρίσει!!!! Περπατήσαμε κι οι τρεις μας αρκετά στο βάθος, θα είχαμε κάνει νομίζω ένα χιλιόμετρο από την αμμουδιά, μέχρι που φθάσαμε στο άνοιγμα – την είσοδο του φαραγγιού. Εισχωρήσαμε μέσα σε αυτό από την κύτη του ποταμιού με το λιγοστό - καθαρό νερό, γεμάτο όμως με κροκάλες. Ερημιά παντού, κανέναν πεζοπόρο δεν ανταμώσαμε μέχρι εκείνη την στιγμή. Ίσως να ήταν νωρίς για τις πρώτες αφήξεις των τουριστών, που διέσχιζαν το φαράγγι της Σαμαριάς από ψηλά, από το οροπέδιο του Ομαλού, την βόρεια πύλη της οροσειράς των Λευκών Ορέων, στα 1227 μέτρα υψόμετρου. Κοιτώντας προς τα δίπλα μου στα ψηλά βράχια, είδα δύο ΚΡΙ –ΚΡΙ στην άκρη ενός απότομου γκρεμού και ξεφώνησα από χαρά:: __<< Κοιτάξτε εκεί είναι τα αγρίμια της Κρήτης, τα ΚΡΙ - ΚΡΙ>>!! Τα υπέροχα αυτά πλάσματα, αγέρωχα, ρωμαλέα, με τα μεγάλα κέρατα στο κεφάλι τους, στεκόταν υπερήφανα και μας παρατηρούσαν άφοβα!! Όμως ένας ξαφνικός ήχος, κάτι σαν σφύριγμα, τα έκανε να πηδήξουν τα βράχια και να εξαφανισθούν μέσα στο άγριο τοπίο των απότομων πρανών του φαραγγιού. Συνεχίσαμε για λίγο εσωτερικά και μπροστά μας στο ποτάμι μέσα φάνηκε μια πρόχειρη πέτρινη κατασκευή μικρού φράγματος, που σχημάτιζε μια στέρνα συλλογής νερού, μια <μίνι πισίνα >… Μου άρεσε τόσο πολύ, που έβγαλα τα ρούχα μου, επειδή από κάτω φορούσα ακόμη το μαγιό μου από τα Σφακιά και βούτηξα στα κρύα νερά του ποταμού! Τι ευχαρίστηση, τι δροσιά στο κορμί μου, τι ανακούφιση από την ζεστή ημέρα!! Το κρύο του νερού δεν με πτοούσε, έτσι κι αλλιώς αγαπούσα πάντα και έψαχνα τα κρύα ρεύματα στην θάλασσα, οπότε για μένα αυτό ήταν το ιδανικό!! Φώναξα να μπούνε κι οι άλλες μέσα στην ιδιόμορφη αυτή στέρνα, να κάνουν δροσερό μπάνιο, αλλά μόλις μπήκε η αδελφή μου, βγήκε αμέσως, το βρήκε πολύ κρύο για εκείνη. Όμως σε μένα αυτό το ξεχωριστό μπάνιο στο ποτάμι του Φαραγγιού της Σαμαριάς, μου έμεινε αξέχαστο μέχρι σήμερα, σαν μια ευχάριστη μοναδική μνήμη κάτι διαφορετικό, ένα από τα τρία καλύτερα - ομορφότερα - ιδιαίτερα μπάνια στην ζωή μου!! Η κ. Μαρία κάθισε σε μια σκιά σένα βράχο δίπλα και ξεκουράζονταν περιεργαζόμενη το τοπίο. Σε κάποια στιγμή, εμφανίσθηκε μέσα από το φαράγγι μια γριούλα μικροκαμωμένη με το μπαστούνι της και ήρθε στην παρέα μας. Όπως μας είπε, έμενε σε ένα έρημο πλέον χωριό μέσα στο φαράγγι, που εδώ και πολλά χρόνια το είχαν εγκαταλείψει οι κάτοικοι του. Απέμειναν μόνο αυτή με τον γέρο της και με τα ζώα τους, να κατοικούν εκεί, μαζί με κάποιους φύλακες περιστασιακά. Δεν ήθελε να φύγουν από τον τόπο τους, τονίζοντας πως πλέον ήταν αργά, αφού ήσαν ηλικιωμένοι άνθρωποι και δεν μπορούσαν να πάνε σε ξένο – άγνωστο μέρος γι αυτούς!!! Στην ερώτησή μου πως περνάνε σε ένα τόσο όμορφο τόπο, μου απάντηση με παραπονιάρικο ύφος:: ___ << Πώς να περνάμε κοπελιά μου, εδώ ο τόπος δεν έχει τίποτε, μόνο γάλα από τα ζωντανά μας και μερικά αυγά από τις κοτούλες μας. Ούτε ένα φρούτο, ένα πράσινο φύλλο να βάλουμε στο στόμα μας δεν υπάρχει. Μόνο κάτι άγριες γκορτσιές βρίσκω που κάνουν ξινά κορόμηλα και μερικά βότανα για τσάι. Υποφέρουμε, μόνοι μας είμαστε όλο τον χρόνο. Τους φύλακες βλέπουμε μόνο, που με τα μουλάρια τους μας φέρνουν κάθε μήνα μερικές προμήθειες για εμάς και τα ζωντανά μας. Ευτυχώς παίρνουμε την σύνταξη από τον ΟΓΑ και τα βολεύουμε. Κόσμο αντικρίζουμε μόνο το καλοκαίρι τους τουρίστες, που κατηφορίζουν το φαράγγι να βγουν στην Αγία Ρουμέλη, αλλά κι αυτοί όμως δεν σταματούν να μιλήσουμε μαζί τους, ν αλλάξουμε δύο κουβέντες ανθρώπινες. Τα δύο παλληκάρια μας είναι φευγάτα πολλά χρόνια στην ξενιτιά, στην Αυστραλία και δεν μας έρχονται. Έχουν τις δικές τους φαμίλιες, μεγάλωσαν κι αυτοί πολύ κι έχουν τα δικά τους προβλήματα>>!!! ........... Σκοτείνιασε το πρόσωπο της γριούλας κι αμέσως εγώ ασυναίσθητα σχεδόν, έβγαλα από την τσάντα μου την σακούλα με τα φρούτα που κουβαλούσα και της τα έδωσα. Πω πω χαρά η κυρούλα στο αντίκρισμα τους και ευχές μία πάνω στην άλλη μας έδινε και έλεγε :: ___ << Να ζήσετε σαν τον Ομαλό, να είστε πάντα γερές κι ευτυχισμένες, μάτι κακό να μην σας ακουμπά >>!!...... Την αποχαιρετίσαμε και χωρίσαμε, εμείς προς την θάλασσα να πάμε κι εκείνη στο σπιτικό της στο εσωτερικό του φαραγγιού χαρούμενη, ενθουσιασμένη με την σακούλα να κρατά σφιχτά στα χέρια της σαν μεγάλο θησαυρό!! Στην παραλία οι δύο καπετάνιοι ήσαν στο πλοιάριο και μας φώναξαν:: ___<< Κοπελιές ελάτε, ώρα για να φύγουμε, έχουμε αρκετό ταξίδι για την επιστροφή>>… Επιβιβασθήκαμε και τα μάτια μου ήταν καρφωμένα πίσω στην Αγία Ρουμέλη και στο Φαράγγι, που τα χαιρετούσα νοερά μέχρι που χάθηκαν στον ορίζοντα.!! Κάθισα μόνη μου δίπλα σε ανοικτό παράθυρο της τζαμαρίας , στην πλευρά που έβλεπε την ξηρά, χαζεύοντας κάθε τοπίο που ξεπρόβαλε μπροστά μας:: Όρμοι, κολπίσκοι, παραλίες, ακρωτήρια, βραχώδεις ακτές και τα μικρά διασκορπισμένα σπίτια και χωριουδάκια στις πλαγιές του επιβλητικού βουνού!! Περάσαμε από μακριά, στα ανοιχτά της θάλασσας τα Σφακιά, συνεχίσαμε ομαλά, χωρίς προβλήματα κι ολόλευκοι γλάροι και ψαροπούλια μας συντρόφευαν με τα κραξίματά τους, ακολουθώντας το καραβάκι μας!! Η αδελφή μου δίπλα στην κ. Μαρία έπιασε συζήτηση με θέματα για το νοικοκυριό, ταξίδια - εκδρομές κι άλλα πολλά, φαίνονταν ότι ταίριαζαν τα γούστα τους - τα ενδιαφέροντα τους!! Σε κάποια στιγμή φάνηκε και ο ανοικτός κόλπος του Φραγκοκάστελλου, ντυμένος με τα υπέροχα χρώματα του ηλιοβασιλέματος. Το θρυλικό κάστρο είχε καλυφθεί με φως μυσταγωγικό, με πολλά χρώματα ιδιαίτερα – πρωτόγνωρα μαζί με την αχλή της εξάτμισης του θαλασσινού νερού εκείνη την στιγμή!! ΟΙ τέσσερεις πύργοι στις γωνίες του έστεκαν αγέρωχοι βιγλάτορες, να ελέγχουν το απέραντο γαλάζιο του Κρητικού πελάγους, μάρτυρες μιας εποχής δόξας, μεγαλείου και αγώνων ηρωικών!!. Το απαλό αεράκι ευωδίαζε από την ρίγανη, το θυμάρι, κάθε λογής αγριολούλουδων και καθώς αυτό έρχονταν από την ξηρά, μετέφερε την υγρασία της θάλασσας, που η πολύτιμη δροσιά της τύλιξε ευεργετικά τα ζεστά μας σώματα, ενώ η θάλασσα ήταν ήρεμη, ακύμαντη, λάδι….. Συνεπαρμένη από αυτό το μεγαλειώδες τοπίο με κορώνα του το Φραγγοκλαστελο, συγκεντρώθηκα πάνω του κι άρχισα να σιγομουρμουρίζω .:: ___ <<θέλω να έρθω εκεί, θέλω να έρθω σε σένα, φέρε μας στην αμμουδιά σου, φέρε μας κοντά σου, θέλω να έρθω εκεί σε σένα !!>>… Το ψιθύριζα με τόσο ψυχική ένταση και πόθο, που δεν ήμουν εκεί βρισκόμουν σε κάποιο άλλο νοητικό επίπεδο….. Ξαφνικά σταμάτησε η μηχανή και ακινητοποιήθηκε το σκάφος. Εγώ στον δικό μου κόσμο και στην επανάληψη της ευχής μου και του πόθου μου να βρεθώ στο Φραγκοκάστελλο. Οι άλλες δύο δεν έδωσαν σημασία στην αρχή και συνέχισαν την συζήτησή τους. Ο καπετάν Μανώλης στο τιμόνι, απόρησε με το συμβάν και πήγε να ανοίξει το ξύλινο καπάκι του αμπαριού που ήταν μέσα η μηχανή, εκεί μπροστά στα σκαλοπάτια της υποτυπώδους καμπίνας πλοήγησης του σκάφους. Τον συνόδεψε κι ο φίλος του που ήσαν συνέχεια μαζί, ο καπετάν Νίκος. Τον ρώτησε εάν είναι θέμα πετρελαίου κι πήρε ως απάντηση ότι το ντεπόζιτο ήταν γεμάτο. Ο καπετάν Μανώλης άρχισε να σταυροκοπιέται και αναρωτιόνταν πως είναι δυνατόν μια καινούργια μηχανή στο παρθενικό της ταξίδι να πάθει κάτι τέτοιο, να σταματήσει ?. Διαβεβαίωνε ότι ο ίδιος είχε κάνει ολοκληρωτικό τεχνικό έλεγχο την προηγούμενη ημέρα και όλα ήταν εντάξει πριν ξεκινήσουμε… Ανέβηκε στο πιλοτήριο να συνεννοηθεί με την ξηρά τι να κάνει. Όμως δεν λειτουργούσε ούτε ο ασύρματος, ούτε οποιοδήποτε άλλο μηχάνημα επικοινωνίας, όλα ήταν νεκρά. Πήγε να σκάσει ο άνθρωπος, είχε αρχίσει να νυχτώνει κι όλας. Λύση δεν έβρισκε και του πρότεινε ο φίλος του να την λύσουν την μηχανή και να δούνε τι μπορεί να φταίει. Θα τον βοηθούσε κι εκείνος σαν καπετάνιος που ήταν, γνώριζε καλά από μηχανές πλοίων.. Άρχισαν λοιπόν οι δύο τους την δουλειά αυτή, αφού άλλη λύση δεν υπήρχε. Εγώ προσηλωμένη στο κάστρο το μαγικό, δεν έπαψα να ζητώ να πάω εκεί κοντά του. Το πλοιάριο αν και νηνεμία, άρχισε να ταλαντεύεται με τις μπάντες του, να παλαντζάρει δεξιά κι αριστερά, σαν να το κτυπούσε στα πλάγια κύμα. Μέσα στη νύχτα φαίνονταν κάποια φωτάκια στην ξηρά στις καλύβες των ψαράδων κι ένα ασημένιο ολόγιομο φεγγάρι καρφωμένο λες επάνω στο κάστρο, έστελνε τις ασημοακτίνες του στην θάλασσα και χάραζε δρόμο φωτεινό από την παραλία μέσα στο νερό έως μπροστά στο καραβάκι μας. Οι ώρες περνούσαν, η μηχανή δεν επισκευάζονταν και οι ταλαντώσεις του πλοιαρίου μας, το έφεραν μέσα στον κόλπο, είχε πλησιάσει στην ακτή. Η αδελφή μου κατάχλωμη, ζαλισμένη, εξαντλημένη κι όλη την ημέρα νηστική, είχε το μαύρο χάλι της, έτοιμη να καταρρεύσει!! Το ίδιο ζαλισμένη ήταν και η φίλη μας. Σηκώθηκε με το ζόρι από το κάθισμά της και ήρθε δίπλα μου θυμωμένη και σιγανά μου είπε:: ____ << Σίγουρα εσύ φταις για ότι μας συμβαίνει, σε ξέρω καλά, θα ήθελες να πας εκεί στο κάστρο, εσύ μας το έκανες αυτό. Είμαι χάλια θα κάνω εμετό δεν αντέχω σου λέω, κάνε κάτι να φύγουμε, κοντεύω να πεθάνω εδώ >>!!!..... Την είδα τόσο απεγνωσμένη, τόσο χάλια, χωρίς δύναμη να μπορεί να κρατήσει το σώμα της όρθιο και κατάλαβα το αδιέξοδο!!..... Γύρισα προς την θάλασσα, να κοιτώ το Φραγγοκάστελλο που το έλουζε το ασημένιο μυστηριακό - ιδιαίτερο φως του φεγγαριού και ψέλλισα :: _____ << Τώρα πια ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ άφησέ μας να φύγουμε, ελευθέρωσέ μας από την δύναμη της έλξης σου. Λυπάμαι ήθελα τόσο πολύ να έρθω σε σένα, αλλά δεν γίνεται τώρα. Σου υπόσχομαι πώς κάποια άλλη φορά θα σου έρθω >>!!!........ Ως δια μαγείας αμέσως πήρε εμπρός η μηχανή και ξεκίνησε το πλοιάριο μας, ενώ από το ραδιοασύρματο ακούγονταν κλίσεις – αγωνιώδεις φωνές::: ___<< Πού είστε καπετάν Μανώλη, σας αναζητούμε τόσες ώρες. Είστε καλά, τι πρόβλημα υπάρχει, τι έχετε πάθει?? Μιλήστε !!> ……. Κι ο καπετάνιος έδωσε αναφορά: ότι είχε συμβεί στο καραβάκι κάποια βλάβη κι ακινητοποιήθηκε κι ότι είχε κοπεί και η επικοινωνία για να αναφερθεί στο Λιμεναρχείο, ώστε να στείλουν βοήθεια!! Ενημέρωσε ότι όλοι μας ήμασταν καλά, να μην ανησυχούν για κανέναν μας!!!!!...... Το πλεούμενο χωρίς κανένα πρόβλημα πλέον αρμένιζε στο θαλασσινό του ταξίδι, θα έλεγα ότι ήταν κάπως ταχύτερο από πριν, για να μας πάει στην Αγία Γαλήνη. Η ανακούφιση ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων, εκτός από εμένα, που αισθανόμουν μια λύπη γιατί δεν πρόλαβα να φθάσω στην παραλία, εκεί στο Φραγκοκάστελλο το μυστηριακό, το θρυλικό των Δροσουλίτων, ενώ είχα πλησιάσει τόσο κοντά του !!!!..... Περασμένα μεσάνυχτα έδεσε το πλοιάριο μας στην προβλήτα του μικρού λιμανιού της Αγίας Γαλήνης. Ευχαριστήσαμε τους καπετάνιους, χαιρετίσαμε και την κ. Μαρία για την όμορφη παρέα της, σε αυτό το ιδιαίτερο – μοναδικό ταξίδι στην Νοτιοδυτική Κρήτη, που ήταν γεμάτο μυσταγωγικά - μυστηριακά φαινόμενα!!....... Εκεί απέναντι, μας περίμενε με μεγάλη αγωνία και ο αδελφός μας, που είχε ειδοποιηθεί από το Λιμεναρχείο για τον ερχομό μας, διότι τους ρωτούσε κάθε ώρα εάν είχαν νέα μας.!! Μας αγκάλιασε σαν να μας έβλεπε για πρώτη φορά και μας ρωτούσε συνεχώς πως είμαστε!?? Η Βέτα με νεύρα και θυμό του είπε :: ____ << Να ξέρεις πως αυτή με τα καμώματά της, με τις επιθυμίες της τα έκανε όλα !!>>….. Εκείνος δεν είπε κουβέντα, του αρκούσε πως ήμασταν γερές, δεν είχαμε κανένα πρόβλημα και βρισκόμασταν όλοι μαζί να συνεχίσουμε τις διακοπές μας στην Μυσταγωγική, όμορφη, λατρεμένη Κρήτη!!!......... Αυτό το γεγονός πάντα συνοδεύει την μνήμη μου μέχρι σήμερα με μια περίεργη αίσθηση, αλλά και η αδελφή μου δεν το ξέχασε ποτέ κι όταν είμαστε κάπου και συμβαίνει κάτι περίεργο, αυτή αμέσως στρέφεται προς εμένα να με ελέγξει, μήπως εγώ έβαλα πάλι το <<χεράκι μου>> γι αυτό που - ίσως- συμβαίνει!!. Το λυπηρό είναι, ότι ακόμη δεν μπόρεσα να πραγματοποιήσω την υπόσχεσή μου εκείνης της βραδιάς και να επιστρέψω στο <<Φραγκοκάστελλο>>, στην αγαπημένη - όμορφη Μυστηριακή μοναδική Κρήτη της ιστορίας, αλλά και της σημερινής πραγματικότητας, του ονομαστού παγκοσμίως τουριστικού πανέμορφου προορισμού !!!! ΕΥΧΟΜΑΙ σύντομα οι συγκυρίες να υπάρξουν, ώστε να επισκεφτώ την Κρήτη, να ακολουθήσω τα μονοπάτια εκείνης της διαδρομής και να βρεθώ στο <<Φραγκοκάστελλο>> μου.!! Να εκπληρώσω την υπόσχεση μου και να πάψει αυτή η περίεργη συναισθηματική εκκρεμότητα, την οποία ακόμη σκέφτομαι όταν ακούω να αναφέρονται στη Κρήτη!!!....... ΝΑΙ ΜΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΤΟ <<ΦΡΑΓΚΟΚΑΣΤΕΛΛΟ>> ΚΑΙ ΤΟ ΞΕΡΩ!!! ΣΥΜΗ ΥΦΑΝΤ.
Μπήκαμε αμέσως στο πλοιάριο μας χωρίς άλλη καθυστέρηση, αν και δεν προλάβαμε να φάμε κάτι κι εμείς στα Σφακιά. Ποιος λογάριαζε το φαγητό εκείνη την στιγμή, μπροστά στον σκοπό του ταξιδιού!!? Με κατεύθυνση προς τα Δυτικά προσπεράσαμε πολλούς κόλπους με όμορφες ακρογιαλιές και μέσα σε έναν κολπίσκο, είδαμε ένα πανέμορφο μικρό χωριό πάνω στην θάλασσα, που είχε λουτρά με ιαματικά νερά, όπως μας ενημέρωσε με περηφάνια ο καπετάνιος, το επονομαζόμενο <Παραλία των Λουτρών> ..!!
Μετά από καμιά ώρα περίπου φάνηκε ο μεγάλος ανοικτός κόλπος της Αγίας Ρουμέλης. Την θάλασσα με την ελαφρώς ανηφορική παραλία την ένωνε μια ξύλινη μικρή προβλήτα, ώστε να μπορούν να δένουν τα καραβάκια και να επιβιβάζουν τους ημερήσιους εκδρομείς. Αυτοί έρχονταν από το Οροπέδιο του Ομαλού και δια μέσου του φαραγγιού της Σαμαριάς πεζοπορώντας, κατέληγαν στο τέλος του - την έξοδό του εκεί στην θάλασσα, στην παραλία της Αγίας Ρουμέλης, μιας αμμώδους μεγάλης παραλίας που εκτίνονταν προς τα δεξιά της προβλήτας όπως φαίνονταν από την ξηρά ….!!!
Ένα διαφορετικό αεράκι φυσούσε μέσα από το φαράγγι προς στην θάλασσα, που μας δρόσισε το σώμα και γέμισε οξυγόνο τα πνευμόνια μας, σαν ευγενικός χαιρετισμός καλωσορίσματος του άγριου πανέμορφου τόπου προς εμάς, τους επισκέπτες της ακτής αυτής, της υπέροχης φύσης!! Μόλις πατήσαμε στην παραλία, βρεθήκαμε εμπρός από ένα μοναδικό - διαφορετικό τοπίο, αντικρίζοντας την απλωσιά της εξόδου του φαραγγιού της Σαμαριάς!! Αμέσως μου γεννήθηκε η επιθυμία να εισχωρήσω μέσα σε αυτό και να το ιδώ από εκεί, από την έξοδο του μέχρι μέσα στο βάθος του, όσο μου το επέτρεπε η ώρα που είχαμε στην διάθεσή μας. Οι δύο καπεταναίοι πήγαν κι άραξαν στο μοναδικό καφενεδάκι της παραλίας, που ήταν κατασκευασμένο με καλαμωτές κι έψηνε ο καφετζής σουβλάκια στην θράκα, συνοδευτικό της τσικουδιάς….. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο σαν κτίσμα γύρω, παντού μια ερημιά. Όμως τόσο όμορφη η θέα σε σύνολο με το στόμιο του φαραγγιού στο βάθος της περιοχής, που οι απότομοι γυμνοί γκρεμοί δεξιά κι αριστερά του το περιέβαλαν δυναμικά, μαζί με το ήρεμο ποτάμι που κυλούσε το λιγοστό νερό του κελαριστά. Ηλεκτρικό δεν υπήρχε και το νερό στο καφενεδάκι έρχονταν με πλαστικές σωληνώσεις από μέσα από το ποτάμι που τις είχε βάλει ο καφετζής. Υπήρχαν και λίγα μικρά κωνοφόρα δένδρα διάσπαρτα πέριξ και μέσα στην μεγάλη ανοικτή ξερή κοίτη του ποταμού, την γεμάτη από κροκάλες διαφόρων μεγεθών που κατέβαζε τον χειμώνα το ποτάμι με τα πάρα πολλά νερά που κυλούσαν ορμητικά από τα Λευκά Όροι!!!........
Η κυρία Μαρία θέλησε και μας ακολουθήσει σε αυτόν τον ιδιόμορφο περίπατο στο φαράγγι το ξακουστό, παρά να κάνει μπάνιο δίπλα από την ξύλινη προβλήτα, στην υπέροχη μεγάλη αμμουδιά που εκτίνονταν εκατοντάδες μέτρα σε μάκρος κι αρκετά σε φάρδος, γεμάτη ψιλή άμμο, που η ύπαρξη της μου έκανε εντύπωση σε σχέση με άλλες παραλίες τις γεμάτες πέτρες, που εμείς έως τότε είχαμε γνωρίσει!!!! Περπατήσαμε κι οι τρεις μας αρκετά στο βάθος, θα είχαμε κάνει νομίζω ένα χιλιόμετρο από την αμμουδιά, μέχρι που φθάσαμε στο άνοιγμα – την είσοδο του φαραγγιού. Εισχωρήσαμε μέσα σε αυτό από την κύτη του ποταμιού με το λιγοστό - καθαρό νερό, γεμάτο όμως με κροκάλες. Ερημιά παντού, κανέναν πεζοπόρο δεν ανταμώσαμε μέχρι εκείνη την στιγμή. Ίσως να ήταν νωρίς για τις πρώτες αφήξεις των τουριστών, που διέσχιζαν το φαράγγι της Σαμαριάς από ψηλά, από το οροπέδιο του Ομαλού, την βόρεια πύλη της οροσειράς των Λευκών Ορέων, στα 1227 μέτρα υψόμετρου. Κοιτώντας προς τα δίπλα μου στα ψηλά βράχια, είδα δύο ΚΡΙ –ΚΡΙ στην άκρη ενός απότομου γκρεμού και ξεφώνησα από χαρά::
__<< Κοιτάξτε εκεί είναι τα αγρίμια της Κρήτης, τα ΚΡΙ - ΚΡΙ>>!! Τα υπέροχα αυτά πλάσματα, αγέρωχα, ρωμαλέα, με τα μεγάλα κέρατα στο κεφάλι τους, στεκόταν υπερήφανα και μας παρατηρούσαν άφοβα!! Όμως ένας ξαφνικός ήχος, κάτι σαν σφύριγμα, τα έκανε να πηδήξουν τα βράχια και να εξαφανισθούν μέσα στο άγριο τοπίο των απότομων πρανών του φαραγγιού. Συνεχίσαμε για λίγο εσωτερικά και μπροστά μας στο ποτάμι μέσα φάνηκε μια πρόχειρη πέτρινη κατασκευή μικρού φράγματος, που σχημάτιζε μια στέρνα συλλογής νερού, μια <μίνι πισίνα >… Μου άρεσε τόσο πολύ, που έβγαλα τα ρούχα μου, επειδή από κάτω φορούσα ακόμη το μαγιό μου από τα Σφακιά και βούτηξα στα κρύα νερά του ποταμού! Τι ευχαρίστηση, τι δροσιά στο κορμί μου, τι ανακούφιση από την ζεστή ημέρα!! Το κρύο του νερού δεν με πτοούσε, έτσι κι αλλιώς αγαπούσα πάντα και έψαχνα τα κρύα ρεύματα στην θάλασσα, οπότε για μένα αυτό ήταν το ιδανικό!! Φώναξα να μπούνε κι οι άλλες μέσα στην ιδιόμορφη αυτή στέρνα, να κάνουν δροσερό μπάνιο, αλλά μόλις μπήκε η αδελφή μου, βγήκε αμέσως, το βρήκε πολύ κρύο για εκείνη. Όμως σε μένα αυτό το ξεχωριστό μπάνιο στο ποτάμι του Φαραγγιού της Σαμαριάς, μου έμεινε αξέχαστο μέχρι σήμερα, σαν μια ευχάριστη μοναδική μνήμη κάτι διαφορετικό, ένα από τα τρία καλύτερα - ομορφότερα - ιδιαίτερα μπάνια στην ζωή μου!! Η κ. Μαρία κάθισε σε μια σκιά σένα βράχο δίπλα και ξεκουράζονταν περιεργαζόμενη το τοπίο. Σε κάποια στιγμή, εμφανίσθηκε μέσα από το φαράγγι μια γριούλα μικροκαμωμένη με το μπαστούνι της και ήρθε στην παρέα μας. Όπως μας είπε, έμενε σε ένα έρημο πλέον χωριό μέσα στο φαράγγι, που εδώ και πολλά χρόνια το είχαν εγκαταλείψει οι κάτοικοι του. Απέμειναν μόνο αυτή με τον γέρο της και με τα ζώα τους, να κατοικούν εκεί, μαζί με κάποιους φύλακες περιστασιακά. Δεν ήθελε να φύγουν από τον τόπο τους, τονίζοντας πως πλέον ήταν αργά, αφού ήσαν ηλικιωμένοι άνθρωποι και δεν μπορούσαν να πάνε σε ξένο – άγνωστο μέρος γι αυτούς!!!
Στην ερώτησή μου πως περνάνε σε ένα τόσο όμορφο τόπο, μου απάντηση με παραπονιάρικο ύφος::
___ << Πώς να περνάμε κοπελιά μου, εδώ ο τόπος δεν έχει τίποτε, μόνο γάλα από τα ζωντανά μας και μερικά αυγά από τις κοτούλες μας. Ούτε ένα φρούτο, ένα πράσινο φύλλο να βάλουμε στο στόμα μας δεν υπάρχει. Μόνο κάτι άγριες γκορτσιές βρίσκω που κάνουν ξινά κορόμηλα και μερικά βότανα για τσάι. Υποφέρουμε, μόνοι μας είμαστε όλο τον χρόνο. Τους φύλακες βλέπουμε μόνο, που με τα μουλάρια τους μας φέρνουν κάθε μήνα μερικές προμήθειες για εμάς και τα ζωντανά μας. Ευτυχώς παίρνουμε την σύνταξη από τον ΟΓΑ και τα βολεύουμε. Κόσμο αντικρίζουμε μόνο το καλοκαίρι τους τουρίστες, που κατηφορίζουν το φαράγγι να βγουν στην Αγία Ρουμέλη, αλλά κι αυτοί όμως δεν σταματούν να μιλήσουμε μαζί τους, ν αλλάξουμε δύο κουβέντες ανθρώπινες. Τα δύο παλληκάρια μας είναι φευγάτα πολλά χρόνια στην ξενιτιά, στην Αυστραλία και δεν μας έρχονται. Έχουν τις δικές τους φαμίλιες, μεγάλωσαν κι αυτοί πολύ κι έχουν τα δικά τους προβλήματα>>!!! ...........
Σκοτείνιασε το πρόσωπο της γριούλας κι αμέσως εγώ ασυναίσθητα σχεδόν, έβγαλα από την τσάντα μου την σακούλα με τα φρούτα που κουβαλούσα και της τα έδωσα. Πω πω χαρά η κυρούλα στο αντίκρισμα τους και ευχές μία πάνω στην άλλη μας έδινε και έλεγε :: ___ << Να ζήσετε σαν τον Ομαλό, να είστε πάντα γερές κι ευτυχισμένες, μάτι κακό να μην σας ακουμπά >>!!...... Την αποχαιρετίσαμε και χωρίσαμε, εμείς προς την θάλασσα να πάμε κι εκείνη στο σπιτικό της στο εσωτερικό του φαραγγιού χαρούμενη, ενθουσιασμένη με την σακούλα να κρατά σφιχτά στα χέρια της σαν μεγάλο θησαυρό!!
Στην παραλία οι δύο καπετάνιοι ήσαν στο πλοιάριο και μας φώναξαν:: ___<< Κοπελιές ελάτε, ώρα για να φύγουμε, έχουμε αρκετό ταξίδι για την επιστροφή>>… Επιβιβασθήκαμε και τα μάτια μου ήταν καρφωμένα πίσω στην Αγία Ρουμέλη και στο Φαράγγι, που τα χαιρετούσα νοερά μέχρι που χάθηκαν στον ορίζοντα.!! Κάθισα μόνη μου δίπλα σε ανοικτό παράθυρο της τζαμαρίας , στην πλευρά που έβλεπε την ξηρά, χαζεύοντας κάθε τοπίο που ξεπρόβαλε μπροστά μας:: Όρμοι, κολπίσκοι, παραλίες, ακρωτήρια, βραχώδεις ακτές και τα μικρά διασκορπισμένα σπίτια και χωριουδάκια στις πλαγιές του επιβλητικού βουνού!! Περάσαμε από μακριά, στα ανοιχτά της θάλασσας τα Σφακιά, συνεχίσαμε ομαλά, χωρίς προβλήματα κι ολόλευκοι γλάροι και ψαροπούλια μας συντρόφευαν με τα κραξίματά τους, ακολουθώντας το καραβάκι μας!! Η αδελφή μου δίπλα στην κ. Μαρία έπιασε συζήτηση με θέματα για το νοικοκυριό, ταξίδια - εκδρομές κι άλλα πολλά, φαίνονταν ότι ταίριαζαν τα γούστα τους - τα ενδιαφέροντα τους!!
Σε κάποια στιγμή φάνηκε και ο ανοικτός κόλπος του Φραγκοκάστελλου, ντυμένος με τα υπέροχα χρώματα του ηλιοβασιλέματος. Το θρυλικό κάστρο είχε καλυφθεί με φως μυσταγωγικό, με πολλά χρώματα ιδιαίτερα – πρωτόγνωρα μαζί με την αχλή της εξάτμισης του θαλασσινού νερού εκείνη την στιγμή!! ΟΙ τέσσερεις πύργοι στις γωνίες του έστεκαν αγέρωχοι βιγλάτορες, να ελέγχουν το απέραντο γαλάζιο του Κρητικού πελάγους, μάρτυρες μιας εποχής δόξας, μεγαλείου και αγώνων ηρωικών!!. Το απαλό αεράκι ευωδίαζε από την ρίγανη, το θυμάρι, κάθε λογής αγριολούλουδων και καθώς αυτό έρχονταν από την ξηρά, μετέφερε την υγρασία της θάλασσας, που η πολύτιμη δροσιά της τύλιξε ευεργετικά τα ζεστά μας σώματα, ενώ η θάλασσα ήταν ήρεμη, ακύμαντη, λάδι….. Συνεπαρμένη από αυτό το μεγαλειώδες τοπίο με κορώνα του το Φραγγοκλαστελο, συγκεντρώθηκα πάνω του κι άρχισα να σιγομουρμουρίζω .:: ___ <<θέλω να έρθω εκεί, θέλω να έρθω σε σένα, φέρε μας στην αμμουδιά σου, φέρε μας κοντά σου, θέλω να έρθω εκεί σε σένα !!>>… Το ψιθύριζα με τόσο ψυχική ένταση και πόθο, που δεν ήμουν εκεί βρισκόμουν σε κάποιο άλλο νοητικό επίπεδο….. Ξαφνικά σταμάτησε η μηχανή και ακινητοποιήθηκε το σκάφος. Εγώ στον δικό μου κόσμο και στην επανάληψη της ευχής μου και του πόθου μου να βρεθώ στο Φραγκοκάστελλο. Οι άλλες δύο δεν έδωσαν σημασία στην αρχή και συνέχισαν την συζήτησή τους. Ο καπετάν Μανώλης στο τιμόνι, απόρησε με το συμβάν και πήγε να ανοίξει το ξύλινο καπάκι του αμπαριού που ήταν μέσα η μηχανή, εκεί μπροστά στα σκαλοπάτια της υποτυπώδους καμπίνας πλοήγησης του σκάφους. Τον συνόδεψε κι ο φίλος του που ήσαν συνέχεια μαζί, ο καπετάν Νίκος. Τον ρώτησε εάν είναι θέμα πετρελαίου κι πήρε ως απάντηση ότι το ντεπόζιτο ήταν γεμάτο. Ο καπετάν Μανώλης άρχισε να σταυροκοπιέται και αναρωτιόνταν πως είναι δυνατόν μια καινούργια μηχανή στο παρθενικό της ταξίδι να πάθει κάτι τέτοιο, να σταματήσει ?. Διαβεβαίωνε ότι ο ίδιος είχε κάνει ολοκληρωτικό τεχνικό έλεγχο την προηγούμενη ημέρα και όλα ήταν εντάξει πριν ξεκινήσουμε… Ανέβηκε στο πιλοτήριο να συνεννοηθεί με την ξηρά τι να κάνει. Όμως δεν λειτουργούσε ούτε ο ασύρματος, ούτε οποιοδήποτε άλλο μηχάνημα επικοινωνίας, όλα ήταν νεκρά. Πήγε να σκάσει ο άνθρωπος, είχε αρχίσει να νυχτώνει κι όλας. Λύση δεν έβρισκε και του πρότεινε ο φίλος του να την λύσουν την μηχανή και να δούνε τι μπορεί να φταίει. Θα τον βοηθούσε κι εκείνος σαν καπετάνιος που ήταν, γνώριζε καλά από μηχανές πλοίων.. Άρχισαν λοιπόν οι δύο τους την δουλειά αυτή, αφού άλλη λύση δεν υπήρχε. Εγώ προσηλωμένη στο κάστρο το μαγικό, δεν έπαψα να ζητώ να πάω εκεί κοντά του. Το πλοιάριο αν και νηνεμία, άρχισε να ταλαντεύεται με τις μπάντες του, να παλαντζάρει δεξιά κι αριστερά, σαν να το κτυπούσε στα πλάγια κύμα. Μέσα στη νύχτα φαίνονταν κάποια φωτάκια στην ξηρά στις καλύβες των ψαράδων κι ένα ασημένιο ολόγιομο φεγγάρι καρφωμένο λες επάνω στο κάστρο, έστελνε τις ασημοακτίνες του στην θάλασσα και χάραζε δρόμο φωτεινό από την παραλία μέσα στο νερό έως μπροστά στο καραβάκι μας. Οι ώρες περνούσαν, η μηχανή δεν επισκευάζονταν και οι ταλαντώσεις του πλοιαρίου μας, το έφεραν μέσα στον κόλπο, είχε πλησιάσει στην ακτή. Η αδελφή μου κατάχλωμη, ζαλισμένη, εξαντλημένη κι όλη την ημέρα νηστική, είχε το μαύρο χάλι της, έτοιμη να καταρρεύσει!! Το ίδιο ζαλισμένη ήταν και η φίλη μας. Σηκώθηκε με το ζόρι από το κάθισμά της και ήρθε δίπλα μου θυμωμένη και σιγανά μου είπε:: ____ << Σίγουρα εσύ φταις για ότι μας συμβαίνει, σε ξέρω καλά, θα ήθελες να πας εκεί στο κάστρο, εσύ μας το έκανες αυτό. Είμαι χάλια θα κάνω εμετό δεν αντέχω σου λέω, κάνε κάτι να φύγουμε, κοντεύω να πεθάνω εδώ >>!!!..... Την είδα τόσο απεγνωσμένη, τόσο χάλια, χωρίς δύναμη να μπορεί να κρατήσει το σώμα της όρθιο και κατάλαβα το αδιέξοδο!!..... Γύρισα προς την θάλασσα, να κοιτώ το Φραγγοκάστελλο που το έλουζε το ασημένιο μυστηριακό - ιδιαίτερο φως του φεγγαριού και ψέλλισα :: _____ << Τώρα πια ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ άφησέ μας να φύγουμε, ελευθέρωσέ μας από την δύναμη της έλξης σου. Λυπάμαι ήθελα τόσο πολύ να έρθω σε σένα, αλλά δεν γίνεται τώρα. Σου υπόσχομαι πώς κάποια άλλη φορά θα σου έρθω >>!!!........
Ως δια μαγείας αμέσως πήρε εμπρός η μηχανή και ξεκίνησε το πλοιάριο μας, ενώ από το ραδιοασύρματο ακούγονταν κλίσεις – αγωνιώδεις φωνές:::
___<< Πού είστε καπετάν Μανώλη, σας αναζητούμε τόσες ώρες. Είστε καλά, τι πρόβλημα υπάρχει, τι έχετε πάθει?? Μιλήστε !!> ……. Κι ο καπετάνιος έδωσε αναφορά: ότι είχε συμβεί στο καραβάκι κάποια βλάβη κι ακινητοποιήθηκε κι ότι είχε κοπεί και η επικοινωνία για να αναφερθεί στο Λιμεναρχείο, ώστε να στείλουν βοήθεια!! Ενημέρωσε ότι όλοι μας ήμασταν καλά, να μην ανησυχούν για κανέναν μας!!!!!...... Το πλεούμενο χωρίς κανένα πρόβλημα πλέον αρμένιζε στο θαλασσινό του ταξίδι, θα έλεγα ότι ήταν κάπως ταχύτερο από πριν, για να μας πάει στην Αγία Γαλήνη. Η ανακούφιση ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων, εκτός από εμένα, που αισθανόμουν μια λύπη γιατί δεν πρόλαβα να φθάσω στην παραλία, εκεί στο Φραγκοκάστελλο το μυστηριακό, το θρυλικό των Δροσουλίτων, ενώ είχα πλησιάσει τόσο κοντά του !!!!.....
Περασμένα μεσάνυχτα έδεσε το πλοιάριο μας στην προβλήτα του μικρού λιμανιού της Αγίας Γαλήνης. Ευχαριστήσαμε τους καπετάνιους, χαιρετίσαμε και την κ. Μαρία για την όμορφη παρέα της, σε αυτό το ιδιαίτερο – μοναδικό ταξίδι στην Νοτιοδυτική Κρήτη, που ήταν γεμάτο μυσταγωγικά - μυστηριακά φαινόμενα!!....... Εκεί απέναντι, μας περίμενε με μεγάλη αγωνία και ο αδελφός μας, που είχε ειδοποιηθεί από το Λιμεναρχείο για τον ερχομό μας, διότι τους ρωτούσε κάθε ώρα εάν είχαν νέα μας.!!
Μας αγκάλιασε σαν να μας έβλεπε για πρώτη φορά και μας ρωτούσε συνεχώς πως είμαστε!?? Η Βέτα με νεύρα και θυμό του είπε :: ____ << Να ξέρεις πως αυτή με τα καμώματά της, με τις επιθυμίες της τα έκανε όλα !!>>….. Εκείνος δεν είπε κουβέντα, του αρκούσε πως ήμασταν γερές, δεν είχαμε κανένα πρόβλημα και βρισκόμασταν όλοι μαζί να συνεχίσουμε τις διακοπές μας στην Μυσταγωγική, όμορφη, λατρεμένη Κρήτη!!!.........
Αυτό το γεγονός πάντα συνοδεύει την μνήμη μου μέχρι σήμερα με μια περίεργη αίσθηση, αλλά και η αδελφή μου δεν το ξέχασε ποτέ κι όταν είμαστε κάπου και συμβαίνει κάτι περίεργο, αυτή αμέσως στρέφεται προς εμένα να με ελέγξει, μήπως εγώ έβαλα πάλι το <<χεράκι μου>> γι αυτό που - ίσως- συμβαίνει!!.
Το λυπηρό είναι, ότι ακόμη δεν μπόρεσα να πραγματοποιήσω την υπόσχεσή μου εκείνης της βραδιάς και να επιστρέψω στο <<Φραγκοκάστελλο>>, στην αγαπημένη - όμορφη Μυστηριακή μοναδική Κρήτη της ιστορίας, αλλά και της σημερινής πραγματικότητας, του ονομαστού παγκοσμίως τουριστικού πανέμορφου προορισμού !!!!
ΕΥΧΟΜΑΙ σύντομα οι συγκυρίες να υπάρξουν, ώστε να επισκεφτώ την Κρήτη, να ακολουθήσω τα μονοπάτια εκείνης της διαδρομής και να βρεθώ στο <<Φραγκοκάστελλο>> μου.!! Να εκπληρώσω την υπόσχεση μου και να πάψει αυτή η περίεργη συναισθηματική εκκρεμότητα, την οποία ακόμη σκέφτομαι όταν ακούω να αναφέρονται στη Κρήτη!!!.......
ΝΑΙ ΜΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ ΤΟ <<ΦΡΑΓΚΟΚΑΣΤΕΛΛΟ>> ΚΑΙ ΤΟ ΞΕΡΩ!!!
ΣΥΜΗ ΥΦΑΝΤ.
Artemide Kyrou, Συμη Υφαντ και 73 ακόμη
33 σχόλια
Μου αρέσει!
Σχόλιο
Κοινοποίηση